Γη 2 

Διήγημα Επιστημονικής Φαντασίας  

Υπόθεση: Δύο κοσμοναύτες ξυπνούν από έναν ύπνο 2000 ετών, για να εκπληρώσουν την αποστολή τους να γεωδιαμορφώσουν έναν νέο πλανήτη. 

Γη 2 

...Άνοιξα τα μάτια μου και η σκέψη μου ήταν κενή και θολή. "Ποιος είμαι;" (αναρωτήθηκα, ξυπνώντας από έναν μακρύ ύπνο χωρίς όνειρα). Και τότε, μέσα σε δευτερόλεπτα τα νευρωνικά μου δίκτυα πήραν ζωή. Μακρινές αναμνήσεις και γνώσεις κατέκλυσαν τον εγκέφαλό μου. Μακρινές, κι όμως τόσο νωπές! Σαν να ήταν μόλις το προηγούμενο λεπτό! "Ώστε φθάσαμε! Μάλλον όλα πήγαν καλά!" σκέφθηκα, και ανυπομονησία με κυρίευσε.

Σήκωσα το χέρι μου και κοίταξα το ατομικό ρολόι στον καρπό μου. "4.238 μ.Χ.! Ώστε πέρασαν πάνω από 2.000 χρόνια κι όμως είμαι ζωντανός! Άρα, μάλλον όλα πήγαν καλά!" (σκέφθηκα)

Σηκώθηκα βιαστικά από την ανοικτή θήκη μου, και για πρώτη φορά σκέφθηκα ότι έμοιαζε με φέρετρο, κάτι που δεν είχα σκεφθεί όταν έμπαινα, 2.000 χρόνια πριν, στη μακρινή γη.

Δίπλα μου η Γεοπλάστης 2 είχε κι αυτή ανασηκωθεί στη θήκη της και με κοιτούσε με χαμόγελο αμίλητη. "Τι όμορφη που είναι!" σκέφθηκα κοιτάζοντας τα πανέμορφα καταπράσινα μάτια της και το λυγερό της σώμα. Και μάλλον το σκέφθηκα πολύ "δυνατά", γιατί το συνέλαβε ο αισθητήρας τού κρανίου της, και μού ανταπέδωσε σιωπηλά τη φιλοφρόνηση στο δικό μου αισθητήρα κολακευμένη, με μια δική της έντονη σκέψη: "-Κι εσύ είσαι πανέμορφος, μ' αυτό το μυώδες σώμα".

Κινήθηκα προς τον διπλανό θάλαμο, με τη σύντροφό μου να με ακολουθεί. Η αγωνία της ήταν έκδηλη στον αισθητήρα μου, όπως ήταν έκδηλη σ' αυτήν και η δική μου ανυπομονησία. Ξεσφράγισα την πόρτα και στο διπλανό δωμάτιο είδα από τα τζαμάκια τούς άλλους δύο συντρόφους μας να κοιμούνται στις θήκες τους. Όλα έμοιαζαν φυσιολογικά. Η Γεωπλάστης 2 πάτησε το κουμπάκι και οι ενδείξεις εμφανίσθηκαν στις δύο τους θήκες φυσιολογικές.

-Νιώθω την ανάγκη να τούς ξυπνήσω, να τούς πω ότι φθάσαμε! (τής είπα, και χαμογέλασε).

-Αυτοί έχουν ακόμα μέλλον! Κράτα την ανυπομονησία σου για μισό ακόμα αιώνα, και τότε βλέπουμε! (είπε γελώντας).

Ήδη ένιωθα να μού λείπουν, καθώς θυμόμουν την κοινή μας εκπαίδευση στη μακρινή γη, όταν ετοιμαζόμασταν γι' αυτό το μακρύ επικίνδυνο και πρωτοφανές ταξίδι. Όμως αυτοί ήταν οι αντικαταστάτες μας. Θα έμεναν εκεί ακίνητοι, μέχρι να σιγουρέψουμε την αποικία, ή μέχρι να μάς συμβεί κάτι απροσδόκητο, για να μάς αντικαταστήσουν.

Η σύντροφός μου ξεσφράγισε τη βαριά μολυβένια πόρτα τού θαλάμου μας, και βγήκαμε στη γέφυρα τού σκάφους. Πλεύσαμε προς τα παράθυρα και τα ξεσφραγίσαμε. Και Ω! Τι θέαμα ήταν εκείνο! Ίσως την πιο κατάλληλη στιγμή για καρτ-ποστάλ, μπροστά μας έλαμπε ανάμεσα στα άστρα η Γη 2! Ένας κοκκινογάλαζος πλανήτης με τα δύο του φεγγάρια να λάμπουν στο βάθος.

-Ναι! Όλα πήγαν καλά! (φώναξε η σύντροφός μου, και χτυπήσαμε ο ένας τις παλάμες τού άλλου, σε ένδειξη ενθουσιασμού).

Κινηθήκαμε βιαστικά να δούμε, αν υπήρχαν καταγραφές στις τηλεπικοινωνίες τού σκάφους, με τη Γη 1, τον μητρικό μας πλανήτη, που ο ήλιος του ούτε καν φαινόταν σε αυτό τον ουρανό, 47 έτη φωτός μακριά. Αλλά αν και το φως ήθελε "μόνο" 47 χρόνια, το σκάφος μας χρειάσθηκε δύο χιλιετίες για το ταξίδι αυτό.

Σιωπή! Κανένα μήνυμα, κανένα σήμα!

Άραγε, υπήρχαν ακόμα εκεί άνθρωποι; Άραγε υπήρχε ακόμα η Γη 1; Κι αν ακόμα υπήρχαν, μάς θυμόταν πια κανένας; Τα πρόσωπά μας σκυθρώπιασαν. Ήμασταν άραγε μόνοι και ξεχασμένοι; Ένα παλιό ξεχασμένο πείραμα τών προγόνων τους; Είχαν πλέον οι άνθρωποι άλλες ασχολίες και ανησυχίες από τη δική μας αποστολή; Μήπως περίμεναν απλώς δικό μας σήμα για να απαντήσουν; Ποιος μπορούσε να περιμένει μια απάντηση που θα ερχόταν σε 95 χρόνια;

Στείλαμε μήνυμα πως "φθάσαμε καλά", και ότι "προχωράμε σύμφωνα με το πρόγραμμα", και ξεσφραγίσαμε τα μολύβδινα ψυγεία στους μολύβδινους θαλάμους μας. Σπόροι, σπέρμα και ωάρια έδειχναν σε άριστη κατάσταση· και φορτώσαμε τα μισά απ' αυτά στο σκάφος καθόδου, μαζί με τις μισές μήτρες. Οι άλλες τέσσερεις, μαζί με τα αναπληρωματικά σπέρματα, θα έμεναν εκεί στο σκάφος για το μέλλον, μαζί με τούς κοιμισμένους αντικαταστάτες μας.

Η κάθοδος πήγε καλά, στην πολική τοποθεσία που μάς είχε προγραμματίσει ο υπολογιστής τού σκάφους. Τα αλεξίπτωτα με τις αποσκευές ακούμπησαν απαλά στο άγονο αμμώδες έδαφος, ένα μόλις χιλιόμετρο από το δίκτυο λιμνών και ποταμών. Εδώ θα ήταν το λίκνο τής νέας ανθρωπότητας!

Η πίεση ήταν καλή, μα η θερμοκρασία υψηλή, σ' έναν πλανήτη με τόσο διοξείδιο τού άνθρακα! Και μόνο ενωρίς το πρωί ή τη νύχτα, ή στον "βαρύ Χειμώνα" τού πλανήτη, θα μπορούσε προς το παρόν να βγει κάποιος άνθρωπος χωρίς στολή με τον αναπνευστήρα οξυγόνου του στην ύπαιθρο, για να μην ψηθεί από τη ζέστη. Και για τις αναβράζουσες θάλασσες τού Ισημερινού ούτε συζήτηση!

Η δίδυμη αδελφή τής γης, η Γη 2, ήταν ένας καλός πλανήτης για τον άνθρωπο. Με έναν κίτρινο νάνο ήλιο, σαν τον δικό μας, στη σωστή απόσταση, με δύο φεγγάρια που θα έδιναν ελαφρές παλίρροιες, με μια βαρύτητα όπως τής πρώτης γης και με νερό! Πολύ νερό!

Στήσαμε τα καταλύματα πλάι στο λόφο με τις σπηλιές και μέσα εκεί λαξεύσαμε νέες κατοικίες, κάτω απ' το έδαφος, με τη δροσιά τής "γης". Ανοίξαμε τις τεχνητές μήτρες και γονιμοποιήσαμε 4 ωάρια με σπέρματα ανθρώπων από φυλές τής γης. Κάθε 9 μήνες τέσσερεις νέοι άνθρωποι, για 10 χρόνια ως τώρα. Και μήτρες ζώων, 4 νέα είδη κάθε φορά.

Ελευθερώσαμε τούς πρώτους μικροοργανισμούς στο στείρο περιβάλλον τού πλανήτη σε αέρα και νερό, και στο έδαφός του φυτέψαμε τα πρώτα του φυτά. Φτιάξαμε κήπους και δασάκια, και ο ευλογημένος αυτός πλανήτης δεν μάς αρνήθηκε την άφθονη βροχή του. Δουλέψαμε νύχτα και μέρα ακούραστα αυτά τα δέκα χρόνια, για να μπορούμε σήμερα να σάς προσφέρουμε παιδιά, όλα αυτά τα αγαθά τού Θεού που βλέπετε στο τραπέζι σας.

Και τώρα, σε λίγο η "μαμά" θα σάς ανοίξει την πόρτα να βγείτε για παιχνίδι στο λιβάδι και για το πρώτο ψάρεμα στη λίμνη. Φορέστε όλοι σας τούς αναπνευστήρες σας, και μη μαλώνετε! Μην κόβετε λουλούδια εκεί έξω. Όποιος θέλει, θα πάρει αργότερα λουλούδια από τούς εσωτερικούς κήπους. Και όταν σάς φωνάξουμε για μάθημα να μην αργήσετε να μπείτε, γιατί υπάρχουν ακόμα τόσα πολλά που πρέπει να σάς διδάξουμε! Γνώσεις τών προγόνων σας θησαυρισμένες για εσάς. Επιστήμες, θρησκείες και φιλοσοφίες. Τεχνολογίες και παλιά ιστορία τής πρώτης γης.



Τα παιδιά βγήκαν τρέχοντας στο καταπράσινο ανθισμένο λιβάδι παίζοντας κάτω από τα δένδρα και πλατσουρίζοντας στο ρηχό ποτάμι. Ο ουρανός δεν ήταν ακόμα γαλανός, ήταν όμως όμορφος σαν ηλιοβασίλεμα, κάτω από πολύχρωμα σύννεφα.

Ο Γεωπλάστης 1 έπιασε με στοργή το χέρι τής συντρόφου του και το φίλησε τρυφερά. Εκείνη χαμογέλασε ευτυχισμένη βλέποντας τα παιδιά τους να παίζουν χαρούμενα, σίγουρη πλέον ότι η αποστολή τους είχε πετύχει.

-Έλα αγάπη μου! Οι μπαταρίες μας φορτίσθηκαν. Ας αποσυνδεθούμε να πάμε κι εμείς με τα παιδιά στη λίμνη. Οι άνθρωποι έχουν ανάγκη από επίβλεψη σ' αυτή την ηλικία και είναι τόσο εύθραυστοι!

-Και τόσο πολύτιμοι! (συμπλήρωσε εκείνη αποσυνδέοντας τον βραχίονα τροφοδοσίας από την πρίζα, και σφραγίζοντας το καπάκι τής μασχάλης της).


Δείτε στον ακόλουθο δεσμό περισσότερα

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο